Καμιά φορά, η αγαθή τύχη πρέπει να συνεργήσει καθοριστικά για να διασωθούν και διαδοθούν ιστορικές στιγμές, που υπό άλλες συνθήκες θα παρέμεναν παντελώς άγνωστες.
Εν προκειμένω, ο κληρωτός στρατιώτης της κλάσεως του 1922, Νικόλαος Ζευγαδάκης, είναι το πρόσωπο που κατέγραψε στο ημερολόγιό του με απαράμιλλη ακρίβεια, τις χριστιανικές εορτές και τελετές του τελευταίου έτους της Σμύρνης (1921-1922), στους μεγαλύτερους ναούς της οποίας εκκλησιάσθηκε κατά την εκεί παραμονή του αναμένοντας να προωθηθεί στο μικρασιατικό μέτωπο. Αυτές τις προσωπικές του εμπειρίες και εντυπώσεις τις δημοσίευσε για πρώτη φόρα το 1975*. Η δε συμβολή της αγαθής τύχης, έγκειται στην ιδιότητα του συγγραφέα ως θεολόγου, αλλά και ως βαθέος γνώστη, μέχρι και των λεπτομερειών, της τελετουργικής τάξης της Εκκλησίας, ως επίσης και της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής.
Μεταφερόμαστε στις 25 Δεκεμβρίου του 1921, Σάββατο, ανήμερα των Χριστουγέννων.
Στον ιστορικό Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Φωτεινής της Σμύρνης, οι καμπάνες δηλώνουν την έναρξη του όρθρου στις 5 π.μ. και όχι τη συνήθη νυκτερινή ώρα (3ην μεταμεσονύκτιον) όπως παλαιότερα, για λόγους ασφαλείας:
«Ήτο νύκτα βαθεία ακόμη, όταν έφθασα εις την Αγίαν Φωτεινήν, ανεγινώσκετο δε τότε το Ευαγγέλιον του Όρθρου. Οι ψάλται, ρασοφορούντες, έψαλλον σεμνοπρεπώς και ευτάκτως. Ο ναός βαθμιαίως επληρούτο από τους συρρέοντας ευσεβείς Σμυρναίους.
Μετ’ ολίγον, υπό τον ήχον μιάς συντόμου κωδωνοκρουσίας, κατήλθε και εχοροστάτησεν ο αείμνηστος Εθνομάρτυς Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος Καλαφάτης, ιεράρχης λίαν ευπαρουσίαστος και επιβλητικώτατος. Ο αρχιερεύς εισήλθεν εις τον Ναόν, προπορευομένου, κατά την πατριαρχικήν τάξιν, του διβαμβούλου, το οποίον κατόπιν ετοποθετήθη προ του Θρόνου, ηυλόγησε δε, προ της χοροστασίας, δια σταυρού, τον οποίον έφερε προς τούτο εις τον διακόνων.
Η Θ΄ Ωδή και το Εξαποστειλάριον εψάλησαν, κατά την τάξιν υπό του χοροστατούντος αρχιερέως. Προ των πασαπνοαρίων εις κανονάρχης, στας απέναντι του αρχιερέως, τον προσεφώνησε δια του «Κέλευσον».
Αφού εψάλη, χωρίς προηγουμένως να απαγγελθή, ως πολλαχού γίνεται, το «Σήμερον ο Χριστός εν Βηθλεέμ γεννάται εκ Παρθένου» μέχρι του «βοώμεν», ήρχισεν ο Πρωτοψάλτης εις ήχον δεύτερον και σύντομον μέλος, αλλ’ εις πανηγυρικόν τόνον, την Δοξολογίαν αμέσως από του «Δόξα εν υψίστοις Θεώ».
Αι δύο Μικραί Συναπταί εν τη αρχή της Λειτουργίας απηγγέλθησαν υπό του β΄ διακόνου προ της Ωραίας Πύλης, του κλήρου απελθόντος εις το Ιερόν μετά την πρώτην. Εψάλη κατόπιν το «Η Γέννησίς Σου, Χριστέ ο Θεός ημών», εκ τρίτου και έγινεν η είσοδος του Ιερού Ευαγγελίου, καθ’ ήν ο αρχιερεύς ήλθεν εν τω μέσω του ναού. Τα του βήματος ακολούθως εψάλησαν υπό του αρχιερέως και του συλλειτουργούντος κλήρου. Κατά την εκφώνησιν «Ότι Άγιος ει ο Θεός ημών» ο αρχιερεύς είπε «και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν». Σημειούται η τηρηθείσα τάξις και όπου αύτη δεν υπήρξεν αυστηρώς υποδειγματική.
Στον ιστορικό Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Φωτεινής της Σμύρνης, οι καμπάνες δηλώνουν την έναρξη του όρθρου στις 5 π.μ. και όχι τη συνήθη νυκτερινή ώρα (3ην μεταμεσονύκτιον) όπως παλαιότερα, για λόγους ασφαλείας:
«Ήτο νύκτα βαθεία ακόμη, όταν έφθασα εις την Αγίαν Φωτεινήν, ανεγινώσκετο δε τότε το Ευαγγέλιον του Όρθρου. Οι ψάλται, ρασοφορούντες, έψαλλον σεμνοπρεπώς και ευτάκτως. Ο ναός βαθμιαίως επληρούτο από τους συρρέοντας ευσεβείς Σμυρναίους.
Μετ’ ολίγον, υπό τον ήχον μιάς συντόμου κωδωνοκρουσίας, κατήλθε και εχοροστάτησεν ο αείμνηστος Εθνομάρτυς Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος Καλαφάτης, ιεράρχης λίαν ευπαρουσίαστος και επιβλητικώτατος. Ο αρχιερεύς εισήλθεν εις τον Ναόν, προπορευομένου, κατά την πατριαρχικήν τάξιν, του διβαμβούλου, το οποίον κατόπιν ετοποθετήθη προ του Θρόνου, ηυλόγησε δε, προ της χοροστασίας, δια σταυρού, τον οποίον έφερε προς τούτο εις τον διακόνων.
Η Θ΄ Ωδή και το Εξαποστειλάριον εψάλησαν, κατά την τάξιν υπό του χοροστατούντος αρχιερέως. Προ των πασαπνοαρίων εις κανονάρχης, στας απέναντι του αρχιερέως, τον προσεφώνησε δια του «Κέλευσον».
Αφού εψάλη, χωρίς προηγουμένως να απαγγελθή, ως πολλαχού γίνεται, το «Σήμερον ο Χριστός εν Βηθλεέμ γεννάται εκ Παρθένου» μέχρι του «βοώμεν», ήρχισεν ο Πρωτοψάλτης εις ήχον δεύτερον και σύντομον μέλος, αλλ’ εις πανηγυρικόν τόνον, την Δοξολογίαν αμέσως από του «Δόξα εν υψίστοις Θεώ».
Αι δύο Μικραί Συναπταί εν τη αρχή της Λειτουργίας απηγγέλθησαν υπό του β΄ διακόνου προ της Ωραίας Πύλης, του κλήρου απελθόντος εις το Ιερόν μετά την πρώτην. Εψάλη κατόπιν το «Η Γέννησίς Σου, Χριστέ ο Θεός ημών», εκ τρίτου και έγινεν η είσοδος του Ιερού Ευαγγελίου, καθ’ ήν ο αρχιερεύς ήλθεν εν τω μέσω του ναού. Τα του βήματος ακολούθως εψάλησαν υπό του αρχιερέως και του συλλειτουργούντος κλήρου. Κατά την εκφώνησιν «Ότι Άγιος ει ο Θεός ημών» ο αρχιερεύς είπε «και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν». Σημειούται η τηρηθείσα τάξις και όπου αύτη δεν υπήρξεν αυστηρώς υποδειγματική.
Ο μεγαλοπρεπής εσπερινός του Σαββάτου 1-1-1922 εις την Αγ. Φωτεινήν
«Την 4ην μ.μ., διερχόμενος του Μητροπολιτικού Ναού της Αγίας Φωτεινής και αντιληφθείς ότι ετελείτο ακόμη ο Εσπερινός, εισήλθον εις τον Ναόν. Εχοροστάτει επί του μεγάλου Θρόνου, φέρων τον αρχιερατικόν μανδύαν, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, οκτώ δε ιερείς και εις διάκονος, ιστάμενοι εν τω μέσω του ναού, έψαλλον με ιεροπρέπειαν και ευλάβειαν το εις αρχαίον μέλος αργόν και επιβλητικόν «Φως ιλαρόν». Εψάλη τούτο ορθώς και με τάξιν. «Τάξιν» δε εννοώ το ότι εθυμίασαν οι διάκονοι και εισήλθον κατόπιν οι ιερείς εις το άγιον Βήμα εις τα καθωρισμένα σημεία του ύμνου.
«Την 4ην μ.μ., διερχόμενος του Μητροπολιτικού Ναού της Αγίας Φωτεινής και αντιληφθείς ότι ετελείτο ακόμη ο Εσπερινός, εισήλθον εις τον Ναόν. Εχοροστάτει επί του μεγάλου Θρόνου, φέρων τον αρχιερατικόν μανδύαν, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, οκτώ δε ιερείς και εις διάκονος, ιστάμενοι εν τω μέσω του ναού, έψαλλον με ιεροπρέπειαν και ευλάβειαν το εις αρχαίον μέλος αργόν και επιβλητικόν «Φως ιλαρόν». Εψάλη τούτο ορθώς και με τάξιν. «Τάξιν» δε εννοώ το ότι εθυμίασαν οι διάκονοι και εισήλθον κατόπιν οι ιερείς εις το άγιον Βήμα εις τα καθωρισμένα σημεία του ύμνου.
Κατά το τέλος του Εσπερινού, εις το «Νυν απολύεις», ετέθη προ του χοροστατούντος Αρχιερέως το διβάμβουλον, το οποίον κατά την απόλυσιν μετετέθη παρά την μεσημβρινήν πύλην του ναού, οπόθεν θα ανεχώρει ο αρχιερεύς. Εγίνετο τοιουτοτρόπως μία, ούτως ειπείν, επίσημος προπομπή του απερχομένου μετά την χοροστασίαν αρχιερέως. Οι εκκλησιαζόμενοι προσήρχοντο και ησπάζοντο με ευλάβειαν την χείρα του. Ηξιώθην τότε και εγώ, όπως ασπασθώ την δεξιάν του μεγάλου εκείνου Ιεράρχου, του αειμνήστου Εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης κυρού Χρυσοστόμου.
Ήτο -πρέπει να σημειωθή- απόγευμα Πρωτοχρονιάς. Ο τηρητής όμως του καθήκοντος και κατά πάντα άξιος της αποστολής του Ιεράρχης, ούτε κάπου ευρίσκετο την ώρα εκείνην, δια να τιμήση δια της παρουσίας του καμμίαν συγκέντρωσιν, ούτε καν εδέχετο τότε, επί τη Πρώτη του Έτους, εις το Μητροπολιτικόν μέγαρον.
Δεν κατήλθεν ούτος κατά την ώραν εκείνην εις τον ναόν, δια να εκτελέση εν σπουδή ένα εκ παραδόσεως τύπον και να επιστρέψη αμέσως εις προσφιλεστέρας ασχολίας, αλλά, ως αντιλαμβάνεται τις από τον τελεσθέντα πανηγυρικόν Εσπερινόν, δια να ικανοποιήσει πόθον ιερόν και ζωηράν της ψυχής του απαίτησιν, δια να έχει κατά το απόγευμα τούτο, απόγευμα Πρωτοχρονιάς, την περισσότερον επιθυμητήν και ανωτέραν δι’ αυτόν απόλαυσιν.
Δεν κατήλθεν ούτος κατά την ώραν εκείνην εις τον ναόν, δια να εκτελέση εν σπουδή ένα εκ παραδόσεως τύπον και να επιστρέψη αμέσως εις προσφιλεστέρας ασχολίας, αλλά, ως αντιλαμβάνεται τις από τον τελεσθέντα πανηγυρικόν Εσπερινόν, δια να ικανοποιήσει πόθον ιερόν και ζωηράν της ψυχής του απαίτησιν, δια να έχει κατά το απόγευμα τούτο, απόγευμα Πρωτοχρονιάς, την περισσότερον επιθυμητήν και ανωτέραν δι’ αυτόν απόλαυσιν.
Κατά την Πρωτοχρονιά εκείνην ο μακαριστός τελευταίος της Σμύρνης Ποιμενάρχης είχε στείλει εις το ημερολόγιον της Θρησκευτικής Αδελφότητος της πόλεως «Ευσέβεια» τας ακολούθους ευχάς:
«Πατώντες το κατώφλιον του νέου χρόνου, ας ανυψώσωμεν τον λογισμόν προς τον Μέγαν Θεόν των Πατέρων μας, ίνα επιδαψιλεύση υπεράφθονον την χάριν και ευμένειαν Αυτού εις το Ορθόδοξον Ελληνικόν Γένος, περί του οποίου αδιστάκτως φρονούμεν, ότι είναι μέτοχον θείας και επουρανίου κλήσεως, αναχθείσης παρ’ αυτώ εις απαράμιλλον εθνικόν ιδεώδες· δια τούτο και κατήντησε γένος Σταυροφόρων, βαστάζον τον Σταυρόν του Κυρίου ενώπιον Εθνών και Βασιλέων, υιών τε Ισραήλ, ως ακριβώς γίνεται και σήμερον εν Μικρασιατική Ελλάδι, όπου εισδύει ως φως και ως πολιτισμός εν μέσω των εσκοτισμένων.
Ο Σμύρνης ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Σμύρνη, 1 Ιανουαρίου 1922».
«Πατώντες το κατώφλιον του νέου χρόνου, ας ανυψώσωμεν τον λογισμόν προς τον Μέγαν Θεόν των Πατέρων μας, ίνα επιδαψιλεύση υπεράφθονον την χάριν και ευμένειαν Αυτού εις το Ορθόδοξον Ελληνικόν Γένος, περί του οποίου αδιστάκτως φρονούμεν, ότι είναι μέτοχον θείας και επουρανίου κλήσεως, αναχθείσης παρ’ αυτώ εις απαράμιλλον εθνικόν ιδεώδες· δια τούτο και κατήντησε γένος Σταυροφόρων, βαστάζον τον Σταυρόν του Κυρίου ενώπιον Εθνών και Βασιλέων, υιών τε Ισραήλ, ως ακριβώς γίνεται και σήμερον εν Μικρασιατική Ελλάδι, όπου εισδύει ως φως και ως πολιτισμός εν μέσω των εσκοτισμένων.
Ο Σμύρνης ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Σμύρνη, 1 Ιανουαρίου 1922».
Αυταί ήσαν αι ευχαί του καλού Ποιμένος της Σμύρνης δια το νέον έτος 1922, δια το οποίον όμως τόσον διάφοροι ήσαν αι ανεξερεύνητοι βουλαί του Υψίστου!…».
Κυριακή, Δευτέρα ημέρα του έτους 1922 εις Αγ. Αικατερίνην
«Εγερθείς ενωρίς την πρωίαν, ανεχώρησα δια τον ιερόν ναόν της Αγίας Αικατερίνης, δια να γνωρίσω ένα ναόν, όστις εφημίζετο ως ο λαμπρότερος της Σμύρνης, να ακούσω δε και τον εν αυτώ ψάλλοντα διακεκριμένον ιεροψάλτην Παντελήν Παρρησιάδην. Ούτος είχε διαδεχθή εν τω ναώ τούτω, ως φαίνεται, τον φημιζόμενον επίσης ιεροψάλτην Πέτρον Μανέαν, όστις είχε μετατεθή εις τον όχι μακράν ευρισκόμενον ναόν του Αγ. Δημητρίου.
Εντός ολίγου ευρέθην προ του ναού. Ήτο πάλλευκος, καλιμάρμαρος, όντως δε ο λαμπρότερος και μεγαλύτερος της πόλεως. Περισσοτέρα ήτο η έκστασις και ο θαυμασμός μου όταν εισήλθον εντός του ναού. Από το περίφημον τούτο της Ορθοδοξίας τέμενος δεν διεσώθη, δυστυχώς, μετά την καταστροφήν, παρά μόνον το πηγάδι που ευρίσκετο εις την αυλήν της εκκλησίας.
«Εγερθείς ενωρίς την πρωίαν, ανεχώρησα δια τον ιερόν ναόν της Αγίας Αικατερίνης, δια να γνωρίσω ένα ναόν, όστις εφημίζετο ως ο λαμπρότερος της Σμύρνης, να ακούσω δε και τον εν αυτώ ψάλλοντα διακεκριμένον ιεροψάλτην Παντελήν Παρρησιάδην. Ούτος είχε διαδεχθή εν τω ναώ τούτω, ως φαίνεται, τον φημιζόμενον επίσης ιεροψάλτην Πέτρον Μανέαν, όστις είχε μετατεθή εις τον όχι μακράν ευρισκόμενον ναόν του Αγ. Δημητρίου.
Εντός ολίγου ευρέθην προ του ναού. Ήτο πάλλευκος, καλιμάρμαρος, όντως δε ο λαμπρότερος και μεγαλύτερος της πόλεως. Περισσοτέρα ήτο η έκστασις και ο θαυμασμός μου όταν εισήλθον εντός του ναού. Από το περίφημον τούτο της Ορθοδοξίας τέμενος δεν διεσώθη, δυστυχώς, μετά την καταστροφήν, παρά μόνον το πηγάδι που ευρίσκετο εις την αυλήν της εκκλησίας.
Εις τον ναόν αυτόν, έψαλλε πράγματι ο Παντελής Παρρησιάδης, τον οποίον ευρήκα απολύτως άξιον της καλής του φήμης. Ήτο πλέον ο Παρρησιάδης γεροντάκος, μετρίου αναστήματος, καλλίφωνος και καλώς κατηρτισμένος ψάλτης, ψάλλων με προσοχήν και τέχνην όλους τους ύμνους της ακολουθίας. Εις το χερουβικόν, όταν έφθανε εις το «Τριάδι» οπότε, ανέπτυσσεν όλην του την ικανότητα, εγίνετο ολοκόκκινος από την προσπάθειαν που κατέβαλλεν, εθαύμαζε τις, ενθυμούμαι το μεγαλειον μάλλον της… Ανατολής παρά του Βυζαντίου, διότι τότε η ψαλμωδία μετεβάλλετο σχεδόν εις «αμανέ». Ποιος αμφισβητεί την μοιραίαν επίδρασιν, αντιστάσεως μάλιστα μη ούσης, της ασιατικής επί της βυζαντινής μουσικής;
Εγνώριζεν όμως ο δόκιμος ιεροψάλτης τα όρια μέχρι των οποίων, κατ’ εξαίρεσιν βεβαίως και οικονομίαν, ηδύνατο να φθάση, και τον δρόμον ο οποίος θα τον επανέφερεν εις την ορθήν οδόν της γνησίας βυζαντινής γραμμής. Όπως όμως έκαμνεν αυτήν την κλίσιν προς… Ανατολάς, έτσι μετετοπίζετο όταν του ταίριαζε, και προς την αντίθετον, προς Δυσμάς, κατεύθυνσιν, δεχόμενος την κατά το ευρωπαϊκόν σύστημα διφωνίαν εις τα Εξαποστειλάρια, τα Αντίφωνα και άλλα από διαφόρους νέους, οι οποίοι απετέλουν την χορωδία του».
Εγνώριζεν όμως ο δόκιμος ιεροψάλτης τα όρια μέχρι των οποίων, κατ’ εξαίρεσιν βεβαίως και οικονομίαν, ηδύνατο να φθάση, και τον δρόμον ο οποίος θα τον επανέφερεν εις την ορθήν οδόν της γνησίας βυζαντινής γραμμής. Όπως όμως έκαμνεν αυτήν την κλίσιν προς… Ανατολάς, έτσι μετετοπίζετο όταν του ταίριαζε, και προς την αντίθετον, προς Δυσμάς, κατεύθυνσιν, δεχόμενος την κατά το ευρωπαϊκόν σύστημα διφωνίαν εις τα Εξαποστειλάρια, τα Αντίφωνα και άλλα από διαφόρους νέους, οι οποίοι απετέλουν την χορωδία του».
πηγή: http://www.pentapostagma.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου